Η συνδιαχείριση, όμως, προϋποθέτει δύο απαραίτητες ενέργειες που πρέπει να γίνουν προηγουμένως: α) Την επέκταση των χωρικών υδάτων με ανεξάρτητη και κυρίαρχη απόφαση της χώρας μας, σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Και β) τον ορισμό της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ.
Εάν δεν τηρηθούν οι δύο αυτές προϋποθέσεις, η Τουρκία ασφαλώς θα χρησιμοποιούσε τα ad hoc δικαιώματα, τα οποία ενδεχομένως θα της παραχωρηθούν προσωρινά για να αποδυναμώσει τα de jure ελληνικά και να ενισχύσει τις δικές της πάγιες παράνομες θέσεις.
Εφόσον η Ελλάδα υποστηρίζει ότι συζητά μόνο την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και η Τουρκία επιμένει ότι στο τραπέζι βρίσκονται όλα τα “ζητήματα του Αιγαίου”, η κυβέρνηση οφείλει να ξεκαθαρίσει το ζήτημα. Δεν μπορεί, πράγματι, να παραμένει μυστικό τόσο το περιεχόμενο της διαπραγμάτευσης, όσο και η διαπραγματευτική γραμμή εκκίνησης της ελληνικής πλευράς. Πρέπει να επισημανθεί ότι η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ του νησιωτικού συμπλέγματος Καστελορίζου είναι κεφαλαιώδους σημασίας για τη χώρα μας».
Σε άλλο σημείο της επιστολής σημειώνεται: «Οι πενήντα τουλάχιστον “διερευνητικές επαφές”, όπως και άλλες που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ των δύο χωρών, είναι φανερό ότι έχουν ξεπεράσει το επίπεδο του “διαλόγου” και κινδυνεύουν να εκληφθούν ως διαπραγμάτευση. Η διαπραγμάτευση είναι – έτσι τουλάχιστον ασκείται διεθνώς – αμοιβαία ανταλλαγή παραχωρήσεων με σκοπό να επιτευχθεί λύση ικανοποιητική και για τις δύο πλευρές, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι και οι δύο έχουν νόμιμους τίτλους.
Αν η ελληνική πλευρά παραχωρήσει μέρος των κυριαρχικών της δικαιωμάτων, θα πρέπει ο ελληνικός λαός να μάθει και τις παραχωρήσεις των νόμιμων δικών της κυριαρχικών δικαιωμάτων που έκανε, σε αντάλλαγμα, η Τουρκία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου