Σε παρωδία εξελίσσεται η υπόθεση της νέας δομής των Ενόπλων Δυνάμεων, γράφει ο Τύπος της Κυριακής. Σύμφωνα με την εφημερίδα το σύνθετο εγχείρημα ριζικού εκσυγχρονισμού, όπως την παρουσίαζε πριν από αρκετούς μήνες ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, δεν είναι τελικώς παρά ένα φαύλο σχέδιο απουσίας τομών, οράματος και εναρμόνισης με το επιχειρησιακό πλάνο ενός σύγχρονου, έξυπνου και ευέλικτου στρατού. Επίσης, στερείται προσαρμογής στα νέα δυσμενή οικονομικά δεδομένα για τη χώρα μας.
Βάσει
των αποφάσεων που ελήφθησαν στο Συμβούλιο Άμυνας στις αρχές της
περασμένης εβδομάδας και οι οποίες αναμένεται να παρουσιαστούν προς
έγκριση στο ΚΥΣΕΑ από τον Ευάγγελο Βενιζέλο μετά το Πάσχα, μειώνονται
ελάχιστα οι «οροφές» προσωπικού των τριών επιτελείων και «κλείνει»
αμελητέος αριθμός στρατιωτικών μονάδων. Συγκεκριμένα, η «οροφή» στο
Στρατό Ξηράς περιορίζεται στις 90.000 (από 93.000 σήμερα), στο Πολεμικό
Ναυτικό ψαλιδίζεται στις 19.500 (από 21.000) και στην Πολεμική
Αεροπορία μειώνεται στις 25.000 (από 28.500). Να σημειωθεί ότι οι
«οροφές» προσωπικού δεν αντιπροσωπεύουν και τα πραγματικά στοιχεία των
υπηρετούντων στελεχών (αξιωματικών, υπαξιωματικών, επαγγελματιών
οπλιτών) και στρατευμένων ανά κλάδο.
Καταρρίπτεται
δε κάθε σενάριο που ήθελε τη δραστική μείωση των «οροφών» και του
ένστολου προσωπικού. Για το στρατό λεγόταν ότι η μείωση αυτή μπορεί να
φτάσει και στις 20.000. Κάτι τέτοιο δεν επαληθεύεται και δεν θα
μπορούσε από τη στιγμή που ο αριθμός των στρατιωτικών μονάδων παραμένει
ανέγγιχτος. Κανένας μείζων σχηματισμός επιπέδου Σώματος Στρατού ή η 1η
Στρατιά δεν καταργείται. Η νέα δομή δυνάμεων προβλέπει ορισμένες
μεταπτώσεις σχηματισμών, που περισσότερο για τις εντυπώσεις
αποφασίστηκαν παρά για την ουσία. Ο πολύς θόρυβος έγινε με τα κέντρα
εκπαίδευσης, τα οποία θα παραμείνουν εννέα. Και είναι απολύτως λογικό
αυτό, αν αναλογιστεί κανείς ότι είχαν φτάσει έως και 34 σε όλη τη χώρα.
Αποδεικνύεται,
επίσης, μη υλοποιήσιμο το 30% που υποτίθεται ότι αντιστοιχούσε στο
ποσοστό των μονάδων που θα έβαζαν «λουκέτο», σύμφωνα με κύκλους της
πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και ανώτατους
αξιωματικούς της ιεραρχίας. Ο κ. Βενιζέλος ισχυριζόταν, κυρίως μετά την
ψήφιση του νόμου για την υπηρεσιακή εξέλιξη των στελεχών και τη δομή
διοίκησης, ότι η νέα δομή δυνάμεων θα εκσυγχρόνιζε ριζικά τις Ένοπλες
Δυνάμεις και θα τις καθιστούσε σύγχρονες, ευέλικτες και έξυπνες. Κάτι
τέτοιο σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει.
Φαίνεται
απλά ότι το νέο εγχείρημα ακολουθεί την πεπατημένη οδό των παλαιότερων
αναδιοργανώσεων. Αυτή δηλαδή της αποτυχίας, που προκαλεί τα διόλου
κολακευτικά σχόλια του ΝΑΤΟ όσον αφορά στην προσαρμογή των ελληνικών
Ενόπλων Δυνάμεων στις σύγχρονες επιχειρησιακές απαιτήσεις. Και αυτό
όταν οι περισσότεροι στρατοί της Συμμαχίας εκσυγχρονίζονται με στόχο
τις μικρότερες (λιγότερους ανώτατους και ανώτερους, δηλαδή,
αξιωματικούς) και άμεσα αναπτυσσόμενες δυνάμεις.
Ερωτήματα
Και
είναι να αναρωτιέται κανείς: τι έγινε τον τελευταίο ενάμιση χρόνο,
κατά τον οποίο η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία του υπουργείου
Εθνικής Άμυνας επεξεργάζονταν προτάσεις, πραγματοποιούσαν συσκέψεις και
οραματίζονταν τις νέες Ένοπλες Δυνάμεις; Γιατί οι αρχικές διαθέσεις και
η πολιτική αποφασιστικότητα υποχώρησαν και ήρθε η ώρα που ακόμη και
την τελευταία στιγμή σβήνονταν και γράφονταν ξανά στις αποφάσεις του
Συμβουλίου Άμυνας τα κέντρα εκπαίδευσης που θα διατηρηθούν ή θα
κλείσουν;
Σύμφωνα
με πληροφορίες, υπήρξαν παρεμβάσεις στην πολιτική ηγεσία του
Πενταγώνου από υπουργούς, κυβερνητικούς και μη βουλευτές και στελέχη
τοπικών φορέων υπέρ της διατήρησης των στρατοπέδων με το επιχείρημα ότι
το κλείσιμό τους θα επιβαρύνει περαιτέρω την προβληματική οικονομία των
τοπικών κοινωνιών. Σε αρκετές από τις παρεμβάσεις αυτές οι κ.κ.
Βενιζέλος και Πάνος Μπεγλίτης ενέδωσαν, ενώ φαίνεται να υπήρξε διάσταση
απόψεων μεταξύ τους στο θέμα των στρατοπέδων.
Το
βέβαιο είναι, πάντως, ότι οι επικεφαλής του υπουργείου Εθνικής Άμυνας
δεν αξιοποίησαν μία σημαντική ευκαιρία, αφενός, να δώσουν ώθηση στις
Ένοπλες Δυνάμεις προκειμένου να ξεπεράσουν το απαρχαιωμένο οργανωτικό
μοντέλο και, αφετέρου, να μειώσουν το τεράστιο λειτουργικό κόστος των
στρατοπέδων-«φάντασμα» προς όφελος της χώρας που βρίσκεται σε δεινή
οικονομική κατάσταση, αλλά και του ίδιου του στρατεύματος. Εκτός και αν
ο υπουργός και ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Αμυνας θεώρησαν πως το
«ψαλίδι» στο δεκαπενταετές εξοπλιστικό πρόγραμμα μπορεί να συμψηφίσει
την κατάσταση.
Οι εξοπλισμοί
Και
στον τομέα των εξοπλισμών δεν φαίνεται να γίνονται κάποιες ριζικές
αλλαγές που να δικαιολογούν τον ενάμιση χρόνο της επικαιροποίησής του.
Συρρικνώνεται τόσο το συνολικό ύψος του ΕΜΠΑΕ 2011-2025 όσο και τα
επιμέρους κόστη αγορών οπλικών συστημάτων. Συγκεκριμένα, το
δεκαπενταετές εξοπλιστικό στο οποίο κατέληξε το Συμβούλιο Αμυνας είναι
14,5 δισ. ευρώ (χωρίς σ’ αυτό να συμπεριλαμβάνονται τα 4-4,5 δισ. ευρώ
ανειλημμένων υποχρεώσεων) και αφορά σε 29 εξοπλιστικές προτεραιότητες.
Την
επόμενη τριετία δεν αναμένεται, όμως, η υλοποίηση κάποιου νέου μεγάλου
εξοπλιστικού προγράμματος (εκτιμάται ότι θα εγκριθούν μετά το 2015),
καθώς η κυβέρνηση θέλει να παρουσιάσει μειωμένες αμυντικές δαπάνες. Η
ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Αμυνας θα προχωρήσει στις αναγκαίες
προμήθειες υλικών για τη συντήρηση υφιστάμενων οπλικών συστημάτων
(εντάσσονται στο ΕΜΠΑΕ) χωρίς να υπερβεί το ποσό των 700 εκατ. ευρώ.
Δεν διαπιστώνεται, επίσης, από τα μέχρι στιγμής στοιχεία σύνδεση των
μελλοντικών αγορών οπλικών συστημάτων με ενίσχυση της εγχώριας
αμυντικής βιομηχανίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου